Του Γιώργου Λαμπίρη
Για νέο επερχόμενο κύμα ανατιμήσεων, είτε σε προϊόντα που ήδη έχουν παρουσιάσει αυξημένες τιμές είτε σε προϊόντα όπου προς το παρόν δεν έχουν επιβληθεί αυξήσεις, κάνουν λόγο ανώτατα στελέχη επιχειρήσεων στον τομέα του λιανεμπορίου και της βιομηχανίας με τα οποία επικοινώνησε το Capital.gr.
Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η πρόσφατη κίνηση επιβολής αυξήσεων από μερίδα βιομηχανιών με δραστηριότητα στον τομέα των οσπρίων και του ρυζιού, ενώ, όπως πληροφορούμαστε, σύντομα θα ακολουθήσει το σύνολο των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον τομέα.
Κίνηση αύξησης με ανακοίνωση νέου τιμοκαταλόγου στα οικοδομικά χρώματα
Σε ό,τι αφορά τα αγαθά που σχετίζονται με τον κλάδο της οικοδομής, όπως είναι τα χρώματα, πρόσφατα η Vitex, η δεύτερη μεγαλύτερη βιομηχανία χρωμάτων στην Ελλάδα με βάση τον τζίρο της, αποφάσισε για πρώτη φορά στα χρονικά να προχωρήσει εκείνη στην ανακοίνωση νέων τιμοκαταλόγων με αυξημένες τιμές από 7% έως και 10% ανάλογα με το προϊόν και τη σύνθεσή του, προλαβαίνοντας τον πρώτο τη τάξει παίκτη της αγοράς, τη Vivechrom, η οποία παραδοσιακά κάθε χρόνο ήταν εκείνη που άνοιγε τον χορό, ανακοινώνοντας κάθε Μάρτιο τους νέους τιμοκαταλόγους, και ακολουθούσαν οι υπόλοιπες επιχειρήσεις της βιομηχανίας χρωμάτων. Πηγές κοντά στη Vitex αναφέρουν ότι η συγκεκριμένη κίνηση έγινε ούτως ώστε τα καταστήματα πώλησης χρωμάτων να έχουν τον απαιτούμενο χρόνο πριν από την έναρξη της σεζόν −από τον Μάρτιο και ύστερα– για να περάσουν τις ανατιμήσεις εγκαίρως στα προϊόντα, πριν ξεκινήσουν να δίνουν προσφορές στους πελάτες τους, καθότι παραδοσιακά η συγκεκριμένη αγορά αρχίζει να κινείται από τον Μάρτιο και ύστερα, οπότε και υλοποιούνται οι περισσότερες εργασίες ελαιοχρωματισμού σε ξενοδοχεία, κατοικίες ή άλλης μορφής ακίνητα.
Ήδη η εγχώρια βιομηχανία χρωμάτων έχει προβεί σε δύο αυξήσεις, η πρώτη τον Μάιο του 2021 με 4% και η δεύτερη με 8% τον Σεπτέμβριο της περασμένης χρονιάς. Ωστόσο, λόγω των προωθητικών-εκπτωτικών ενεργειών από πλευράς της βιομηχανίας προς τα σημεία πώλησης, η αύξηση εντέλει στο ράφι περιορίστηκε μέχρι στιγμής σε ποσοστό 1%-2%, πριν τελικά έρθει στο προσκήνιο η πρόσφατη κίνηση της Vitex, η οποία γνωστοποιήθηκε στην αγορά στα τέλη της περασμένης εβδομάδας. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το σύνολο της αγοράς αυτής αναμένεται ότι θα κάνει την επόμενη κίνηση ανατιμήσεων, ακολουθώντας το παράδειγμα της Vitex.
Αυξημένος κατά 32% ο δείκτης τιμών πρώτων υλών, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων
Στον τομέα των τροφίμων οι διεθνείς τιμές πρώτων υλών, όπως αυτές αποτυπώνονται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), φέρνουν τον σχετικό δείκτη τιμών πρώτων υλών στις 135,7 μονάδες τον Ιανουάριο που μας πέρασε, καθώς είναι αυξημένος κατά 32% σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2020 και κατά 19% σε σχέση με τον Ιανουάριο 2021. Οι επιμέρους δείκτες κινούνται όλοι ανοδικά σε προϊόντα όπως δημητριακά, έλαια, κρέας, γαλακτοκομικά, ζάχαρη και αρκετά ακόμα. Ειδικότερα, τον Ιανουάριο 2021 οι τιμές του κρεάτος ήταν αυξημένες κατά 17%, των γαλακτοκομικών κατά 19%, των δημητριακών κατά 12%, των ελαίων κατά 34% και της ζάχαρης κατά 20%. Αρκετές από αυτές τις μεταβολές επηρεάζουν την παραγωγή τροφίμων στην Ελλάδα λόγω των εισαγόμενων πρώτων υλών, αλλά και τις εισαγωγές τελικών τροφίμων και ποτών από τις διεθνείς αγορές.
Iδιαίτερα ενδεικτική της κατάστασης που επικρατεί ήταν η πρόσφατη τοποθέτηση του John Allan, προέδρου της Tesco, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη αλυσίδα σούπερ-μάρκετ της Μεγάλης Βρετανίας. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στο BBC, “τα χειρότερα έρχονται”, προσθέτοντας ότι γνωρίζει πως ο κόσμος έχει πλέον να επιλέξει ανάμεσα σε δαπάνες για τρόφιμα ή για θέρμανση.
Έρχονται αυξήσεις και σε προϊόντα ένδυσης και υπόδησης
Σε έναν μήνα όπως ο Ιανουάριος, κατά τον οποίο η κατανάλωση στο σύνολο της αγοράς ειδών ένδυσης και υπόδησης ήταν μειωμένη σε υψηλό διψήφιο ποσοστό σε πανελλαδική βάση, που κατά περιπτώσεις έφτασε ακόμα και το 50%, οι περισσότερες επιχειρήσεις του κλάδου επιδιώκουν κατά την περίοδο των εκπτώσεων, που ξεκίνησαν στις αρχές Ιανουαρίου και ολοκληρώνονται στο τέλος Φεβρουαρίου, να διαθέσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος αποθεμάτων από προϊόντα που προμηθεύτηκαν το 2020 και το 2021 και που λόγω των περιορισμών που έφερε η πανδημία έμειναν αδιάθετα.