Του Βασίλη Παναγόπουλου
Πολιτικού Μηχανικού
Δημοτικού συμβούλου
Προέδρου Αντιπροσωπείας ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας
Οι πρόσφατες φυσικές καταστροφές με τις τραγικές ανθρώπινες απώλειες και το βαρύ
κοινωνικό , περιβαλλοντικό και οικονομικό αντίκτυπο φέρνουν αμείλικτα στο προσκήνιο το
ζήτημα της θωράκισης από τα ακραία , συχνά πλέον, γεγονότα .
Διαπιστώνεται μέσα από την τραγική συγκυρία ότι η οργή της φύσης δεν αντιμετωπίζεται
πλέον με τα συνήθη μέσα που έχουν φθάσει στα όρια των αντοχών τους και έχουν εκ των
πραγμάτων καταστεί αναποτελεσματικά και ανεπαρκή.
Η λύση πρέπει, με ψυχραιμία και οργάνωση , κυρίως δε με αξιοποίηση των νέων
επιστημονικών δεδομένων , να αναζητηθεί προς δύο κατευθύνσεις .
Αυτή της αναθεώρησης του μοντέλου της πρόληψης με την εκτέλεση έργων που να
ενσωματώνουν την κλιματική παράμετρο και να ενισχύουν την ανθεκτικότητα των
υποδομών αλλά και αυτή της ενίσχυσης και επικαιροποίησης του μηχανισμού πολιτικής
προστασίας με έμφαση στην προετοιμασία του ανθρώπινου δυναμικού ,ιδίως στην
εκπαίδευση του πληθυσμού για την οργανωμένη αντίδραση στα ακραία φαινόμενα.
Όσον αφορά τα αντιπλημμυρικά έργα ομολογημένο γεγονός αποτελεί ότι είναι ακριβά και
δεν έχουν <<ορατότητα>> ώστε να αξιοποιηθούν άμεσα ψηφοθηρικά . Για τον λόγο αυτό ,
μέχρι σήμερα δεν προτεραιοποιούνταν από το κράτος και την αυτοδιοίκηση.
Η συγκυρία όμως απαιτεί την αλλαγή προσανατολισμού και μάλιστα ΑΜΕΣΑ.
Τα υπάρχοντα αντιπλημμυρικά έργα είναι , τα περισσότερα , παλαιά και λόγω μεταβολής
των κλιματικών δεδομένων αλλά και της συνεχιζόμενης αστικοποίησης έχουν φθάσει στα
όριά τους .Ο τρόπος με τον οποίο πολεοδομήθηκαν οι πόλεις τις καθιστά ευάλωτες σε
έντονες καταιγίδες αφού η παροχέτευση του νερού εμποδίζεται από κάθε είδους
κατασκευές. Η αναβάθμιση των αντιπλημμυρικών έργων και η εκτέλεση άλλων ώστε να
αυξηθεί η παροχετευτικότητα δυσχεραίνεται από το γεγονός ότι απαιτούνται επεμβάσεις
σε ήδη δομημένο περιβάλλον.
Η έλλειψη χαρτών πλημμυρικού κινδύνου και τρωτότητας που αποτελούν την βάση για την
κατάρτιση σχεδίων διαχείρισης δεν επιτρέπει τον αποτελεσματικό σχεδιασμό.
Σε μεγάλη κλίμακα η αποτελεσματικότητα των έργων εξαρτάται από την εκπόνηση ειδικών
και σοβαρών μελετών που να συνδέουν τα επιμέρους υδραυλικά έργα λαμβάνοντας υπόψη
εδαφολογικά , κλιματικά κλπ δεδομένα ώστε να εξασφαλίζεται η λειτουργία του
συστήματος .Όσα αποσπασματικά , έστω και ακριβά και μεγάλα, έργα και αν
εκτελεσθούν , αν δεν <<συνεργάζονται>> το αποτέλεσμα θα είναι μηδενικό.
(Υπό την έννοια αυτή η προχειρότητα τοπικών παραγόντων, όπως ο Δήμαρχος Πύργου, ο
οποίος με πρόσφατες , ευκαιριακές δηλώσεις του , για την άρση γραφειοκρατικών
εμποδίων προκειμένου , δήθεν, να εκτελεσθούν άμεσα έργα θωράκισης , για τα οποία
όμως δεν έχουν υπάρξει εξειδικευμένες μελέτες, αποκαλύπτει μία πτυχή του προβλήματος.
Οι ευκαιριακές επεμβάσεις είναι συχνά επικίνδυνες και , πάντως αποκαλύπτουν και μία
αιτία της μεγέθυνσης του προβλήματος, αυτή που προαναφέρθηκε. Δεν υπάρχει σχέδιο και
σοβαρότητα.)
Απαιτείται εξάλλου να εμπεδωθεί η ανάγκη σεβασμού στην πολεοδομική νομοθεσία και
ιδίως η τήρηση των προβλεπόμενων ορίων και αποστάσεων από ρέματα και χειμάρρους
καθόσον είναι πλέον γεγονός ότι η φύση εκδικείται την απληστία μας με τραγικό τρόπο.
Σίγουρο είναι ότι, εκτός των έργων μεγάλης κλίμακας ,εντός του αστικού ιστού απαιτείται η
αναθεώρηση των δεδομένων κατασκευής φρεατίων και ,ιδίως ,των διατομών αυτών , ώστε
να αυξηθεί η παροχετευτική ικανότητά τους.
Μικρά , τοπικά έργα είναι , όπως τονίζουν οι ειδικοί ,απαραίτητα . Τέτοια που να μειώνουν
την πλημμυρική παροχή και να λειτουργούν υπέρ του εμπλουτισμού του υδροφορέα.
Οι επιστήμονες επιμένουν ότι , δεδομένων των συνθηκών, πρέπει με την κατασκευή
πολλών τέτοιων , μικρών έργων να οδηγηθούμε σε πόλεις -σφουγγάρια. Να
ελαχιστοποιήσουμε τις τσιμεντοστρώσεις και να χρησιμοποιούμε , κατά το δυνατό,
διαπερατά υλικά .
Αυτονόητο είναι ότι με τις αναγκαίες επεμβάσεις και καθαρισμούς τα έργα αυτά πρέπει να
συντηρούνται ώστε να παραμένουν λειτουργικά.
Οι φυσικές καταστροφές, ιδίως τα πλημμυρικά φαινόμενα , όπως προβλέπεται από τους
επιστήμονες , θα είναι η νέα πραγματικότητα .Πρέπει επομένως να μάθουμε να ζούμε με
αυτά.
Αυτό το δεδομένο προκαλεί την ανάγκη για την ενίσχυση της πολιτικής προστασίας.
Απαιτούνται σαφώς αναθεωρημένα μοντέλα με αξιοποίηση των επιστημονικών δεδομένων
και των νέων τεχνολογιών.
Η εκπαίδευση του πληθυσμού πρέπει να αποβλέπει στην εφαρμογή των οδηγιών που
δίνονται από τους υπεύθυνους. Οι οδηγίες όμως για να είναι ασφαλείς και αξιοποιήσιμες
πρέπει να είναι συγκεκριμένες και να προκύπτουν από την μελέτη επίκαιρων δεδομένων
όπως χαρτών κατολισθήσεων , πληροφοριών τρωτότητας οδικών δικτύων κλπ. ώστε το
πολύτιμο 112 να εξασφαλίζει τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Ζητούμενο γενικά είναι να μην χρειάζονται όλο και μεγαλύτερες απώλειες ανθρώπινων
ζωών , περιουσιών και υποδομών για να μας υπενθυμίζουν αυτά που δεν πράξαμε όσο
είχαμε την πολυτέλεια του χρόνου.
Δεν οφείλουμε πλέον απλώς να δούμε με ρεαλισμό και σοβαρότητα το πρόβλημα .Έχουμε
φθάσει προ πολλού στο σημείο που δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να το πράξουμε.