«Έπλασε μία ιστορία με χονδροειδέστατα ψεύδη» αναφέρει το πόρισμα – Η πρόταση της δικαστικής λειτουργού, που περιγράφει τα γεγονότα με βάση τις μαρτυρίες, καταλήγει στο συμπέρασμα πως δεν υπήρξε βιασμός, ενώ δεν προκύπτει και η παρουσία άλλων ατόμων στο δωμάτιο – Ζητεί την αθώωση του Βασίλη Λεβέντη και την επιβολή των δικαστικών εξόδων στην 26χρονη
Η εισαγγελέας Πρωτοδικών στην πρόταση, που παρουσιάζει το «ΘΕΜΑ», αναφέρει πως «Ουδεμία αξιόποινη πράξη, πολλώ δε μάλλον του βιασμού, τελέστηκε σε βάρος της εγκαλούσας, τουναντίον τα όσα ισχυρίστηκε είναι παντελώς ψευδή», συμπληρώνοντας σε άλλο σημείο πως «έπλασε μια ιστορία με ηρωίδα θύμα την ίδια, διανθίζοντάς την κάθε φορά κατά το δοκούν με χονδροειδέστατα ψεύδη, ώστε να προσδώσει μεγαλύτερη αληθοφάνεια στην περιγραφή των γεγονότων, παρουσιάζοντας τον εαυτό της ως θύμα βιασμού από τον κατηγορούμενο και όχι μόνον», βασίζοντας το σκεπτικό της σε μαρτυρίες, κυρίως τεσσάρων παρευρισκομένων στο πάρτυ, τεσσάρων υπαλλήλων του πεντάστερου ξενοδοχείου, αλλά και στα επιστημονικά αποτελέσματα των εξετάσεων από τα Εργαστήρια Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Θεσσαλονίκης και της Βέρνης.
Όπως υποστηρίζει, οι μώλωπες στα πόδια της Γεωργίας Μπίκα προκλήθηκαν από ένα τροχαίο ατύχημα που είχε την ημέρα της καταγγελίας και όχι από τον καταγγελλόμενο βιασμό, διαψεύδει τον ισχυρισμό της 26χρονης ότι είχε έμμηνο ρύση, ενώ καταρρίπτει τον ισχυρισμό της καταγγέλλουσας ότι βρέθηκε το DNA μόνο ενός ατόμου, καθώς τα αδέλφια Λεβέντη είναι δίδυμοι και άρα έχουν κοινή γενετική ταυτότητα, αναφερόμενη σε έκθεση πραγματογνωμοσύνης που αποδεικνύει ότι το DNA του Βασίλη και του Ευαγόρα Λεβέντη δεν είναι το ίδιο.
…Περί ώρα 10.40 η εγκαλούσα ξύπνησε. Για δικούς της, ωστόσο, προσωπικούς λόγους, που, από τα στοιχεία της δικογραφίας δύναται να υποτεθούν αλλά δεν προκύπτουν ευθέως τούτη έπλασε μια ιστορία με ηρωίδα θύμα την ίδια, διανθίζοντάς την κάθε φορά κατά το δοκούν με χονδροειδέστατα ψεύδη, ώστε να προσδώσει μεγαλύτερη αληθοφάνεια στην περιγραφή των γεγονότων, παρουσιάζοντας τον εαυτό της ως θύμα βιασμού από τον κατηγορούμενο και όχι μόνον. Και μπορεί μεν οι προσωπικοί λόγοι που την οδήγησαν στην ύφανση αυτής της ιστορίας να μην προέκυψαν επαρκώς, πλην όμως από την επισταμένη μελέτη όλων των αποδεικτικών στοιχείων προέκυψε περίτρανα και πέραν πάσης αμφιβολίας ότι τα όσα κατέθεσε σχετικά με τον υποτιθέμενο σε βάρος της βιασμό αποτελούν μυθεύματα και ασύστολα ψεύδη…
Η Γεωργία Μπίκα απαντά με μηνύσεις κατά των τεσσάρων παρευρισκομένων στο πάρτυ, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «Αποχώρησαν από τον χώρο του πάρτυ πριν τις 4 το πρωί και όσα αναφέρουν περί επιστροφής μου είναι ασύστολα ψεύδη.
Οι καταθέσεις αυτής της ομάδας ατόμων δεν επιβεβαιώνονται από το υλικό των καμερών, τις καταθέσεις Λεβέντη – Περογιαννάκη και μιας υπαλλήλου στο ξενοδοχείο». Παράλληλα μηνύει και τους δύο υπαλλήλους του ξενοδοχείου από τη ρεσεψιόν και τη φύλαξη, δείχνοντας αποφασισμένη να υπερασπιστεί τους ισχυρισμούς της.
Η πρόταση της εισαγγελέως Κυριακής Κλιάμπα που κατατέθηκε στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης στις 13 Μαΐου, προκειμένου να αποφασιστεί αν θα γίνει ή όχι δεκτή, παραθέτει μια λεπτομερή περιγραφή των όσων συνέβησαν το βράδυ της Πρωτοχρονιάς αλλά και την επόμενη ημέρα.
Το πάρτυ
Η πρόταση της εισαγγελέως ξεκινάει στην ουσία περιγράφοντας το τι έγινε εκείνο το βράδυ στη σουίτα του πεντάστερου ξενοδοχείου: «Το πάρτυ κατά γενική ομολογία δεν παρουσίαζε κανένα απολύτως ενδιαφέρον, ενώ το περιβάλλον έμοιαζε παράξενο.
Συγκεκριμένα, όπως κατέθεσαν άπαντες οι μάρτυρες-προσκεκλημένοι, υπήρχε ένας μπουφές με μικρό αριθμό μπουκαλιών σαμπάνιας, βότκας και redbull, υπήρχε έλλειψη πάγου και νερού, δεν υπήρχε σέρβις αλλά o καθένας σερβίρονταν μόνος του, η μουσική εξέπεμπε από ηχείο με Bluetooth, δεν υπήρχε χώρος ώστε να καθίσουν όλοι, οι παρευρισκόμενοι περιφέρονταν χωρίς να δίνει ιδιαίτερη σημασία ο ένας στον άλλον, οι “οικοδεσπότες” δεν έμοιαζαν να ενδιαφέρονται για τους καλεσμένους, άνθρωποι μπαινοέβγαιναν στο μπαλκόνι για να καπνίσουν και γενικά επικρατούσε αδιαφορία και υποτονικότητα. Δεν υπήρχε καμία συνοχή, ουδεμία ερωτική διάθεση και απουσίαζε παντελώς η προσέγγιση (ερωτική ή φιλική) των ανδρών προς τις παρευρισκόμενες γυναίκες, οι οποίες υπερτερούσαν στον αριθμό από αυτούς.
Επίσης, δεν διαπιστώθηκε από κανέναν η χρήση ναρκωτικών ουσιών ή ότι κάποιος ήδη τελούσε υπό την επήρεια αυτών. Η εγκαλούσα με τη φίλη της κάθισαν σε σκαμπό δίπλα η μία με την άλλη, ενώ όπισθεν αυτών αλλά πλησίον τους κάθισε η Μία, την οποία ήδη γνώριζαν από το ρεβεγιόν στην οικία του εργοδότη».
Στη συνέχεια, στην πρόταση αναφέρεται το τι συνέβη όταν η Γεωργία Μπίκα επέστρεψε στο ξενοδοχείο, βασιζόμενη στις δύο καταθέσεις των υπαλλήλων του ΜΕΤ. «Η εγκαλούσα, αφού είχε ήδη λάβει την απόφαση επιστροφής στη σουίτα, τηλεφώνησε στον εργοδότη της περί ώρα 04.00, όπως της είχε ζητήσει o ίδιος νωρίτερα να πράξει, και τον ενημέρωσε ότι είναι καλά και ότι ανέμενε τον Εμμανουήλ Παπαδόπουλο και τον Χασάν. Στο μεταξύ, ο Παπαδόπουλος ενημέρωσε τηλεφωνικά τον κατηγορούμενο ότι η καταγγέλλουσα θα επέστρεφε στο πάρτυ και του απέστειλε τον αριθμό του κινητού της, ώστε να συνομιλήσει μαζί της σε περίπτωση που ανέκυπτε κάποιο πρόβλημα κατά τη νέα είσοδό της στο ξενοδοχείο αλλά και να της ανοίξει την πόρτα όταν θα έφτανε στη σουίτα, δεδομένου ότι είχε ήδη παρέλθει η ώρα, υπήρχε το ενδεχόμενο άρνησης της επανεισόδου της, λόγω των μέτρων κατά του κορωνοϊού από τους υπαλλήλους της υποδοχής κι επιπλέον υπήρχε το ενδεχόμενο επιστροφής στο σημείο των αστυνομικών, οι οποίοι μόλις λίγα λεπτά πριν είχαν αποχωρήσει, καθώς επιχειρούσαν από τις 03.15’ έως 03.45’ να απομακρύνουν από το εσωτερικό του ξενοδοχείου έναν σκύλο, o οποίος είχε εισέλθει εντός τη στιγμή που είχαν μπει η εγκαλούσα με τη φίλη της.
Πράγματι, ο κατηγορούμενος στις 04.10’ ακριβώς την κάλεσε τηλεφωνικά και συνομίλησαν για 31 δευτερόλεπτα και την ενημέρωσε πως θα την περίμενε να της ανοίξει την πόρτα του δωματίου όπου γινόταν το ρεβεγιόν.
Λίγο νωρίτερα της συνομιλίας, η ίδια, ερχόμενη από την οδό Ερμιόνης όπου κινούνταν προς αναζήτηση του αυτοκινήτου της, εισήλθε στο ξενοδοχείο, κατευθύνθηκε στη ρεσεψιόν και ζήτησε την κράτηση ενός δωματίου. O υπάλληλος υποδοχής προχώρησε στη διαδικασία άφιξης, την ενημέρωσε ότι το κόστος ανέρχεται στο ποσό των 130 ευρώ, πλέον 4 ευρώ για το φόρο διαμονής, τούτη πλήρωσε μετρητοίς και απομακρύνθηκε προς τον ανελκυστήρα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, φαινόταν ότι είχε πιει, παραπατούσε και δεν ήταν ιδιαίτερα ομιλητική απέναντί του. Το δωμάτιο που της παραχωρήθηκε είχε το Νο 510 και βρισκόταν στον 5ο όροφο του ξενοδοχείου, ακριβώς δίπλα από το ασανσέρ. Η εγκαλούσα όντως ανέβηκε στον όροφο που έπρεπε, πλην όμως άλλαξε γνώμη και αποφάσισε να μην εισέλθει καθόλου στο δωμάτιό της αλλά να μεταβεί κατευθείαν στον 4ο όροφο και στη σουίτα όπου λάμβανε χώρα το πάρτυ.
O παραπάνω υπάλληλος αντιλήφθηκε, μέσω της εφαρμογής που διατηρεί το ξενοδοχείο για τη δημιουργία κλειδιών δωματίων, ότι η πελάτης δεν είχε εισέλθει στο δωμάτιό της, παρότι είχαν περάσει τρία περίπου λεπτά και θεωρώντας ότι αντιμετώπιζε πρόβλημα με το κλειδί-κάρτα (καθώς πολλοί πελάτες νομίζουν ότι η κάρτα λειτουργεί ανέπαφα, ενώ στην πραγματικότητα υπάρχει ειδοποίηση για την εισαγωγή της) ενημέρωσε τον υπάλληλο να μεταβεί στον 5ο όροφο και να συνδράμει στο άνοιγμα της πόρτας. Τούτος ανέβηκε καλώντας εκ νέου τον άνω υπάλληλο υποδοχής ώστε να επιβεβαιώσει τον αριθμό δωματίου της πελάτισσας, και αντίκρισε την εγκαλούσα η οποία στεκόταν ανάμεσα στην πόρτα του δωματίου της και του ανελκυστήρα. Ευθύς αμέσως τη ρώτησε “δεν μπορέσατε να μπείτε στο δωμάτιο;” και τούτη του απάντησε “ορίστε;” με εκείνον να επαναλαμβάνει την ίδια ερώτηση. Η εγκαλούσα τότε του απάντησε “όχι, στο 401 πάω”. Αυτός ξαναρώτησε “δεν κάνατε κράτηση τώρα στη ρεσεψιόν;” και αυτή του είπε “όχι, στο 401 πάω”.
Τότε ο υπάλληλος της ζήτησε συγνώμη λέγοντας ότι μπορεί να έκανε κάποιο λάθος, ενώ η εγκαλούσα κατευθύνθηκε στον ανελκυστήρα. Επίσης, αυτός επικοινώνησε με τον υπάλληλο υποδοχής και ενημέρωσε ότι δεν μπήκε στο δωμάτιό της αλλά πήγαινε στο 401. Ταυτόχρονα, κατέβηκε στον 4ο όροφο και είδε την κοπέλα να κατευθύνεται αρχικά προς το δωμάτιο 402 και στη συνέχεια προς το 401 (σουίτα)».
Η επιστροφή στο δωμάτιο
Στις επόμενες σελίδες της πρότασης αναφέρεται, σύμφωνα με μαρτυρίες, τι συνέβη όταν η Γεωργία Μπίκα επέστρεψε στη σουίτα όπου γινόταν το πάρτυ.
«O κατηγορούμενος κάθισε στην άκρη του καναπέ και η εγκαλούσα σε σκαμπό, δίπλα του, ενώ με το πέρασμα της ώρας η σωματική τους επαφή γινόταν στενότερη. Η συζήτησή τους ήταν χαλαρή και αρχικά αναλώθηκαν σε γενικόλογα που περιλάμβαναν την επαγγελματική ενασχόληση του καθενός (μιας και μολονότι ήταν στο ίδιο χώρο και πριν, δεν είχαν γνωριστεί) όπου η εγκαλούσα, μεταξύ άλλων, του ανέφερε ότι εργάζεται σε μια εταιρία παραγωγής ζάχαρης, διήρκεσε δε τουλάχιστον σαράντα λεπτά με μία ώρα, σύμφωνα με τις καταθέσεις των λοιπών παρευρισκομένων. Η εικόνα της ήταν καλή, μολονότι φαινόταν ότι είχε καταναλώσει αλκοόλ, ήταν ευδιάθετη, μιλούσε κανονικά, δεν παραπατούσε και δεν έμοιαζε να χρειάζεται βοήθεια ή να μη νιώθει καλά, όπως συμβαίνει σε περίπτωση που κάποιος τελεί σε κατάσταση μέθης, δοθέντος ότι είχε ήδη παρέλθει ικανό διάστημα από τη στιγμή που είχε πιει το τελευταίο ποτό. Όλα τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται από τις καταθέσεις των προσώπων που βρίσκονταν στον χώρο. Ειδικότερα, η Ουρανία Κ. στην από 04.02.2022 κατάθεσή της ενώπιον της Ανακρίτριας ανέφερε ότι “την είδα όμως που ήρθε τις πρωινές ώρες και μιλούσε με τον Βασίλη Λεβέντη που καθόταν από τη μέσα μεριά του καναπέ, η κοπέλα από την έξω μεριά και μιλούσαν και είχαν έρθει πιο κοντά. Κάποια στιγμή έφυγαν μαζί…. Επίσης θυμάμαι την εικόνα της Γεωργίας τη δεύτερη φορά που ήρθε που μου είχε φανεί ότι ήταν κάπως, σε κατάσταση που είχε πιει και τα ποτά της, ήταν κάπως χαλαρά καθισμένη», η Gabriela O. την ίδια ημέρα κατέθεσε ότι “…τη Γεωργία την είχα δει φατσικά στο πάρτυ πιο νωρίς, αλλά μετά την ξαναείδα. Φαινόταν να έχει πιει δυο τρία ποτά αλλά ούτε παραπατούσε ούτε χρειαζόταν κάποια βοήθεια. Μιλούσε με τον Βασίλη Λεβέντη… Εγώ στην κοπέλα δεν είδα ούτε ποτό στο χέρι της ούτε νερό, ούτε τίποτε…”, η Παρασκευή Ν. την 09.02.2022 κατέθεσε ενώπιον της Ανακρίτριας ότι “,..μετά έρχεται η Γεωργία με τον Βασίλη Λεβέντη μπήκαν μαζί στη σουίτα… Δεν παρατήρησα κάτι περίεργο και η συζήτησή τους φαινόταν ήρεμη και χαλαρή εκεί στον καναπέ, Μπορεί να είχε πιει η κοπέλα…”, o Χαράλαμπος Ντόλιας, την 02.02.2022 ανέφερε ότι “… την κοπέλα αυτή, τη Γεωργία Μπίκα, δεν την είδα ποτέ την πρώτη φορά που λέει ότι ήρθε, δεν την πρόσεξα καθόλου, ήταν αδιάφορη…. Επί μία ώρα σίγουρα ο Βασίλης Λεβέντης μέσα από το μπράτσο του καναπέ η κοπέλα αυτή έξω από το μπράτσο μιλάνε, τους ακούω που μιλάνε, που έχουν συζήτηση, δηλαδή η κοπέλα έχει πλήρη διαύγεια. Μάλιστα κοιτούσα και τον Τραφαλή και γελούσαμε που μιλάνε μια ώρα. Μετά σηκώνονται χεράκι – χεράκι… έφυγαν με πλήρη συναίνεση της κοπέλας, ούτε αντίδραση, ούτε όχι, ούτε μη, δηλαδή σηκώθηκε χωρίς άρνηση και γκρίνια και φύγανε μαζί”».
Η σεξουαλική κακοποίηση
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το σημείο όπου αναφέρεται στον καταγγελλόμενο βιασμό και στο πώς τον ερμηνεύει η εισαγγελέας στην πρότασή της.
«Μετά την πάροδο σαράντα έως εξήντα λεπτών περίπου o κατηγορούμενος και η εγκαλούσα, έχοντας δημιουργήσει ένα ερωτικό κλίμα μεταξύ τους, αποφάσισαν να αποχωρήσουν από τη σουίτα και να μεταβούν στο δωμάτιο 602, που είχε κλείσει για τον εαυτό του, ώστε προφανώς να συνευρεθούν. Έτσι, έχοντας συνειδητά, νηφάλια και με γνήσια βούληση λάβει την απόφαση, προϊόν της ελεύθερης επιλογής της, να συνευρεθεί με τον κατηγορούμενο, κατευθύνθηκαν περί ώρα 04.45’ στον 6ο όροφο και στο δωμάτιο 602 του ξενοδοχείου «ΤΗΕ ΜΕΤ”, ήτοι στο δικό του δωμάτιο, κι εκεί, μιας και είχε ήδη νωρίτερα εξωτερικεύσει τη συναίνεσή της και είχε δημιουργηθεί και κλιμακωθεί η ερωτική τους διάθεση κατά την παραμονή τους στη σουίτα, ξάπλωσαν στο κρεβάτι, προχώρησαν σε ερωτικές περιπτύξεις…* η εγκαλούσα συνειδητά και ηθελημένα, με τη συναίνεσή της για την ερωτική συνεύρεση, η οποία αποτελούσε μια εκούσια και συνεχιζόμενη συμφωνία συμμετοχής, δίχως να ανακληθεί σε οποιοδήποτε στάδιο…* Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της πράξης τους, τούτη ζήτησε από τον κατηγορούμενο να της επιτρέψει να κοιμηθεί στο δωμάτιό του κι εκείνος αμέσως συμφώνησε.
Περί ώρα 10.40 η εγκαλούσα ξύπνησε. Για δικούς της, ωστόσο, προσωπικούς λόγους, που από τα στοιχεία της δικογραφίας δύναται να υποτεθούν αλλά δεν προκύπτουν ευθέως, τούτη έπλασε μια ιστορία με ηρωίδα θύμα την ίδια, διανθίζοντάς την κάθε φορά κατά το δοκούν με χονδροειδέστατα ψεύδη, ώστε να προσδώσει μεγαλύτερη αληθοφάνεια στην περιγραφή των γεγονότων, παρουσιάζοντας τον εαυτό της ως θύμα βιασμού από τον κατηγορούμενο και όχι μόνον. Και μπορεί μεν οι προσωπικοί λόγοι που την οδήγησαν στην ύφανση αυτής της ιστορίας να μην προέκυψαν επαρκώς, πλην όμως από την επισταμένη μελέτη όλων των αποδεικτικών στοιχείων προέκυψε περίτρανα και πέραν πάσης αμφιβολίας ότι τα όσα κατέθεσε σχετικά με τον υποτιθέμενο σε βάρος της βιασμό αποτελούν μυθεύματα και ασύστολα ψεύδη».
Η καταγγελία
Το επόμενο συμβάν που ξεδιπλώνεται στην εισαγγελική πρόταση αφορά την επόμενη μέρα και την καταγγελία της Γεωργίας Μπίκα στο Τμήμα Ασφαλείας Λευκού Πύργου. «Ισχυρίστηκε ότι μόλις ξύπνησε και αντιλήφθηκε τι είχε συμβεί, ήταν σε κατάσταση πανικού και σοκ και άρχισε να κλαίει, ενώ τόσο o εργοδότης όσο και ένας φίλος του, οι οποίοι την παρέλαβαν από το ξενοδοχείο ισχυρίστηκαν ότι μόλις την αντίκρισαν είδαν μια κοπέλα απόλυτα τρομοκρατημένη, που παρουσίαζε την εικόνα μιας κακοποιημένης γυναίκας (φίλος του εργοδότη: «…Η εικόνα που συναντήσαμε ήταν μια κακοποιημένη κοπέλα έξω από το ξενοδοχείο μπροστά στις σημαίες και ήταν τρομοκρατημένη… Εδώ να πω ότι είδαμε τα πόδια της μαυρισμένα και ήταν αναμαλλιασμένη…». Εργοδότης: «…μου είπε φοβάμαι και θέλω να φύγω από εδώ, η φωνή της ήταν έντρομη και με κλάματα. Φύγαμε γρήγορα με τον φίλο μου και φτάσαμε στο ξενοδοχείο. Δεν θέλω να αντικρίσει κανείς γονιός την εικόνα που αντικρίσαμε βλέποντας τη Γεωργία που είχε κατέβει στην είσοδο έξω στον δρόμο επί της 28ης Οκτωβρίου, μας περίμενε στο πεζοδρόμιο του ξενοδοχείου και όταν την είδαμε, ξέρουμε πώς ήταν όταν έφυγε από εμάς και πώς την αντικρίσαμε.
Έχω εμπειρία γιατί έχω παιδιά στην ηλικία της και ξέρω αν έχουν διασκεδάσει ή αν δεν ξέρω να βρω τη λέξη, αν τα κακομεταχειρίστηκαν ή αν … και η Γεωργία έτρεμε και έκλαιγε… αντικρίσαμε μια Γεωργία που φορούσε μια φούστα και τα πόδια της ήταν με μελανιές, ήταν ένα παιδί τρομοκρατημένο να μην μπορεί να μιλήσει… η κοπέλα δεν ήξερε τι της γινόταν εκείνη τη στιγμή, βρισκόταν σε πλήρη ταραχή…»).
Ωστόσο, οι ανωτέρω ισχυρισμοί και περιγραφές όλων καταρρίπτονται από τις ένορκες καταθέσεις της υπαλλήλου υποδοχής στο ξενοδοχείο, η οποία την 28.01.2022 κατέθεσε ενώπιον της Ανακρίτριας σχετικά με την εικόνα της εγκαλούσας “…ήταν μια απλή κοπέλα που πήγαινε προς τα έξω, δε μου κίνησε την περιέργεια με τη στάση του σώματός της ή με κάποιο τρόπο να θεωρήσω ότι χρειάζεται βοήθεια…” αλλά και μιας άλλης υπαλλήλου, η οποία την ίδια ημέρα κατέθεσε ότι προς το μεσημέρι, δεν ξέρω ακριβώς τι ώρα, είδα αυτή την κοπέλα, τη Γεωργία Μπίκα, χωρίς να ξέρω ποια είναι ή πού δόθηκε το δωμάτιο μέσα στη νύχτα, και o λόγος που την πρόσεξα είναι γιατί πίσω στο γραφείο μπαινοβγαίνουμε γραφείο ρεσεψιόν πολλές φορές και την πρόσεξα λόγω του ντυσίματος, φορούσε μια γούνα κοντή ανοιχτόχρωμη και ήταν ξυπόλυτη με πέδιλα από κάτω, και αναρωτήθηκα τέτοιο ντύσιμο θα είναι από χθες το βράδυ. Εκείνη μιλούσε στο τηλέφωνο και περίμενα να τελειώσει για να τη ρωτήσω αν έρχεται ή φεύγει για να ελέγξω πιστοποιητικά κλπ αλλά δε σταμάτησε να μιλάει, συνέχισε να προχωρά και βγήκε από το ξενοδοχείο χωρίς να ξαναγυρίσει…. Δεν πρόσεξα κάτι το ιδιαίτερο, απλά μιλούσε στο τηλέφωνο κανονικά…”.
Από τις συγκεκριμένες επομένως καταθέσεις προκύπτει αδιαμφισβήτητα ότι τούτη σε καμία απολύτως κατάσταση πανικού δεν τελούσε, ούτε φυσικά έκλαιγε ασταμάτητα μέχρι τη στιγμή της έλευσης του εργοδότη της, τουναντίον κατέβηκε από το δωμάτιό της έχοντας απόλυτα φυσιολογική κίνηση, στάση και συμπεριφορά, δίχως να κλαίει, να μοιάζει τρομαγμένη ή πολύ περισσότερο κακοποιημένη, όπως οι μάρτυρές της περιέγραψαν με γλαφυρό τρόπο, συμπεριφορά όμως που αφενός μεν δεν συνάδει με αυτή μιας πραγματικά κακοποιημένης σεξουαλικά γυναίκας που τελεί σε κατάσταση σοκ, και αφετέρου ουδεμία απολύτως σχέση έχει με την παράθεση των αναληθών ισχυρισμών της ιδίας».
Οι μελανιές
Ιδιαίτερη μνεία στην πρόταση γίνεται και στις εκχυμώσεις που διαπιστώθηκαν στην κοπέλα. «Επιπροσθέτως, και πέραν των όσων αναλυτικά προπαρατέθηκαν, ο πρώτος εξ αυτών κατέθεσε επιπλέον “… αντικρίσαμε μια Γεωργία που φορούσε μια φούστα και τα πόδια της ήταν με μελανιές..”, ενώ o δεύτερος ότι “… εδώ να πω ότι είδαμε τα πόδια της μαυρισμένα και ήταν αναμαλλιασμένη…”, καταθέσεις που δόθηκαν πολύ μεταγενέστερα της εξέτασής της από την ιατροδικαστή. Σύμφωνα δε με την ιατροδικαστική έκθεση που διενεργήθηκε την 02.01.2022 και περί ώρα 20.00’ η εγκαλούσα έφερε εκχυμώσεις (σ.σ. περιγράφει με λεπτομέρειες όλες τις μελανιές). Πώς κατάφεραν και διαπίστωσαν εν ριπή οφθαλμού τις εκχυμώσεις που έφερε, όταν αυτές, με βάση την ιατροδικαστική έκθεση, εντοπίζονται κατά το πλείστον στην περιοχή του μηρού, στο ανώτερο σημείο του, που συνήθως καλύπτεται από το ρούχο αυτού που τη φέρει; Σημειωτέον δε, ότι τούτη, κατά τη μετάβασή της στο Τμήμα Ασφαλείας, τράκαρε με το αυτοκίνητό της (όπως δήλωσε), οπότε το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι η εξέτασή της έλαβε χώρα την επομένη του καταγγελλόμενου βιασμού και περί ώρα 20.00, συντείνει ακόμη περισσότερο στην άποψη ότι η πλειονότητα τούτων (πέραν των παλαιών αποχρωματισμένων ή εντελώς πρόσφατων, αλλά πάντως μόλις ορατών εκχυμώσεων) προκλήθηκε από το τροχαίο ατύχημα και δεν οφείλονται σε βίαιη συμπεριφορά του κατηγορουμένου».
Το συμπέρασμα
Ολοκληρώνοντας την πρότασή της στο Συμβούλιο, η κυρία Κλιάπα προτείνει να απαλλαγεί των κατηγοριών ο Βασίλης Λεβέντης και να καταργηθεί ο περιοριστικός όρος της εμφάνισης στο τμήμα της περιοχής του και η Γεωργία Μπίκα να πληρώσει όλα τα δικαστικά έξοδα.
Χαρακτηριστικά αναφέρει πως «Εξ όλων των ανωτέρω αναλυτικά αναφερθέντων, ερειδομένων στα αποδεικτικά στοιχεία της δικογραφίας που επισταμένως μελετήθηκαν και αξιολογήθηκαν, προκύπτει μετά βεβαιότητας, δίχως ψήγμα αμφιβολίας, ότι ουδεμία αξιόποινη πράξη, πολλώ δε μάλλον αυτή του βιασμού, τελέστηκε σε βάρος της εγκαλούσας, τουναντίον τα όσα ισχυρίστηκε είναι παντελώς ψευδή. Τούτη, για τους δικούς της προσωπικούς λόγους, επιδόθηκε σε μια ενορχηστρωμένη προσπάθεια απόδοσης ευθυνών στον κατηγορούμενο, ακολούθως στον αδελφό του και στη συνέχεια στο φίλο της Εμμανουήλ Παπαδόπουλο, διαστρέβλωσε γεγονότα και καταστάσεις κι επιχείρησε να παρουσιάσει την πραγματικότητα, ήτοι τη συναινετική, με τη γνήσια βούλησή της και κατόπιν ελεύθερης επιλογής της συνεύρεσή της με τον κατηγορούμενο, ως ειδεχθές έγκλημα τελεσθέν εναντίον της, μόνο που στην προσπάθειά της αυτή υπέπεσε σε ασύστολα ψεύδη, αναρίθμητες αντιφάσεις και ανακολουθίες, διαψεύστηκε από την πληθώρα των μαρτύρων που είχαν ή έλαβαν γνώση των γεγονότων, ακόμη κι εκείνων στη βοήθεια των οποίων προσέβλεπε, οι οποίοι λόγω της υπερβολής στην περιγραφή τους επιδόθηκαν κι οι ίδιοι σε ανακρίβειες και αβάσιμους ισχυρισμούς, και προφανώς δεν υπολόγισε ότι τόσο η επιστήμη όσο και οι μάρτυρες και τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία θα οδηγούσαν στη διαλεύκανση και κατάδειξη της αλήθειας».
Απάντηση με μηνύσεις
Εν αναμονή της απόφασης του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών για το αν θα κάνει ή όχι δεκτή την πρόταση της εισαγγελέως Πρωτοδικών, η πλευρά της Γεωργίας Μπίκα περνά στην αντεπίθεση και ετοιμάζει υπόμνημα με το οποίο θα αντικρούει έναν προς έναν τους ισχυρισμούς της κυρίας Κλιάπα και το οποίο θα καταθέσει στο Συμβούλιο. Οι πληροφορίες λένε πως η 26χρονη, που είναι αποφασισμένη να μην υποχωρήσει και να στηρίξει τη θέση της, επιμένει ότι διαθέτει στοιχεία από μαρτυρίες και υλικό από κάμερες που στοιχειοθετούν την καταγγελία της. Παράλληλα, έχει ήδη καταθέσει μηνύσεις εις βάρος του Χαράλαμπου Ντόλια, εμπόρου πούρων και φίλου του Βασίλη Λεβέντη που ήταν στο πάρτυ του ΜΕΤ με τρεις νεαρές κοπέλες λέγοντας ότι έχει τελέσει εις βάρος της την αξιόποινη πράξη της ψευδούς κατάθεσης, καταθέτοντας μεταξύ αληθινών, και ψευδή περιστατικά.
Ο δικηγόρος της Γεωργίας Μπίκα, Αθανάσιος Ζιώγας, τονίζει στο «ΘΕΜΑ»: «Λάβαμε γνώση της εισαγγελικής πρότασης. Προετοιμάζουμε υπόμνημα προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης που θα κατατεθεί μέσα στη νόμιμη προθεσμία, όπου επεξεργαζόμαστε και αντικρούουμε με ρεαλισμό λέξη προς λέξη την απαράδεκτη αυτή πρόταση. Στην πορεία, μετά από δύο μήνες αναμένουμε την κρίση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, στο οποίο και ανήκει η αποκλειστική αρμοδιότητα για την παραπομπή του κατηγορουμένου.
Πιστεύουμε ότι με το βούλευμα του Συμβουλίου θα καταρριφθούν οι αναπόδεικτες σκέψεις της εισαγγελικής πρότασης και θα παραπεμφθεί η υπόθεση να εκδικασθεί στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο προκειμένου όλα τα σοβαρά ζητήματα που έχουν τεθεί και μένουν έως σήμερα αναπάντητα, εν όψει της μυστικότητας της μέχρι σήμερα ποινικής προδικασίας, να τεθούν ενώπιον των τακτικών αλλά και των λαϊκών δικαστών σε μία ανοιχτή και δημόσια διαδικασία. Ετσι θα επικυρωθεί η αξιοπιστία της Δικαιοσύνης».
* To ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ απαλείφει ορισμένες από τις περιγραφές της εισαγγελέως για ευνόητους λόγους