Αυτός ήταν ο Ζάχος Χατζηφωτίου, που πέθανε χθες, έναν χρόνο πριν συμπληρώσει τα 100 του χρόνια, έχοντας ζήσει πολλές ζωές σε μία. Και αυτό γιατί αντιμετώπιζε τη ζωή με τόλμη, ίσως και με αυθάδεια κάποιες φορές, έβλεπε κάθε τέλος σαν μια νέα αρχή, και η δίψα του για καινούργιες εμπειρίες και έντονα συναισθήματα ήταν ακόρεστη. Υπήρξε φανατικός μπον βιβέρ, λάτρευε την ντόλτσε βίτα και δεν μπορούσε να αντισταθεί στις ωραίες γυναίκες.
Αμέτρητα φλερτ σε Ελλάδα και εξωτερικό, πολλές ερωμένες και πέντε γάμοι: Αυτός είναι ο απολογισμός της προσωπικής του ζωής. Ένας απολογισμός στον οποίο το ωραίο φύλο διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο αλλά όχι πρωταγωνιστικό. Γιατί στη ζωή του Ζάχου Χατζηφωτίου πρωταγωνιστής ήταν πάντα ο ίδιος.
Ήταν εκείνος που επί της ουσίας έπαιρνε τις σημαντικές αποφάσεις στις σχέσεις του κι άφηνε τεχνηέντως τις γυναίκες να πιστεύουν ότι εκείνες τον εγκατέλειπαν. Την ευφυή αυτή τεχνική του συναινετικού χωρισμού, βέβαια, τήν κατέκτησε με τα χρόνια καθώς με την πρώτη του σύζυγο, υπήρξε, ομολογουμένως, σκληρός και άγαρμπος. Ήταν μια Γαλλίδα, κόρη στρατηγού ο πατέρας της οποίας τού ασκούσε έντονες πιέσεις προκειμένου να ενταχθεί στον γαλλικό στρατό. Εκείνος δεν άντεξε το στενό μαρκάρισμα κι ένα βράδυ που είχαν πάει σινεμά οι δυο τους, βγήκε στο διάλλειμα για να καπνίσει, και έγινε…καπνός. Τί κι αν η ίδια ταξίδεψε μέχρι την Ελλάδα αναζητώντας τον απεγνωσμένα. Ο Ζάχος ήταν άφαντος. Κι όταν η μητέρα του έκπληκτη τον ενημέρωσε πως τον ψάχνει μια κοπέλα που ισχυρίζεται πως είναι σύζυγός του, εκείνος τής απάντησε με το γνωστό ατάραχο και σαρκαστικό ύφος του: «Ναι παντρεύτηκα αλλά ξέχασα να στο πω»!
Ο δεύτερος γάμος ήρθε πολύ γρήγορα, με το που βγήκε το διαζύγιο. Αυτή τη φορά το ειδύλλιο πλέχθηκε στα πάτρια εδάφη και σχετιζόταν με τον χώρο του Τύπου καθώς η Δανάη Κύρου –μετέπειτα Σωσσίδη – ήταν κόρη του εκδότη της «Εστίας» Αχιλλέα Κύρου. Παρότι και αυτή η σχέση είχε σύντομη ημερομηνία λήξης άφησε κλείνοντας και στους δύο ένα ισόβιο, πολύτιμο «δώρο», την κόρη τους Μανίτα. Ήταν το μοναδικό παιδί που απέκτησε ο Ζάχος Χατζηφωτίου κατά την διάρκεια της πολυτάραχης ζωής του.
Στο μεταξύ, σε ένα από τα πολλά ταξίδια του το Παρίσι θα γνωρίσει την Ιρέν, μια Γαλλίδα καλλονή που δούλευε στον Dior. Παραδομένος στην ακαταμάχητη γοητεία της ο Χατζηφωτίου θα πάρει την απόφαση να βάλει το τρίτο στεφάνι. Η μοίρα όμως τού επιφύλασσε νέες ερωτικές περιπέτειες και πολύ σύντομα μάλιστα.
Το κεφάλαιο Τζένη Καρέζη
Ένα βράδυ, σε ένα ελληνικό σπίτι του Λονδίνου θα τού συστήσουν μια νεαρή Ελληνίδα ηθοποιό με υπέροχα μάτια. Ήταν η Τζένη Καρέζη η οποία είχε ήδη ξεχωρίσει στον χώρο του κινηματογράφου αλλά εκείνος δεν την γνώριζε καθώς περνούσε τον περισσότερο χρόνο του στην γαλλική πρωτεύουσα.
Ο γάμος τους έγινε λίγους μόλις μήνες μετά την γνωριμία τους, στις 7 Μαΐου 1962, στη Φιλοθέη, και άφησε εποχή. Οι 500 καλεσμένοι και οι περίπου 5000 απλού κόσμου που είχαν στοιβαχτεί γύρω από την εκκλησία προκειμένου να παρακολουθήσουν το κοσμικό γεγονός της χρονιάς μετέτρεψε το μυστήριο σε κακοστημένο σόου. Ούτε το νυφικό δεν γλύτωσε από τον ενθουσιασμό του πλήθους…!
Ο πρώτος καιρός κυλούσε όμορφα για το διάσημο ζευγάρι με αποδράσεις σε ρομαντικούς προορισμούς εντός κι εκτός συνόρων και συχνές βραδινές εξόδους. Σύντομα όμως τα διαρκή ταξίδια του Ζάχου στο εξωτερικό, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, και το βαρύ πρόγραμμα της Τζένης δημιούργησε απόσταση ανάμεσά τους. Η επικοινωνία άρχισε να χάνεται και σε συνδυασμό με τους καλοθελητές που, όπως υποστήριζε ο Χατζηφωτίου, έλεγαν στην Καρέζη πως σε κάθε ταξίδι ο άνδρας της έχει κι άλλη ερωμένη, έφεραν το οριστικό τέλος μετά από πέντε χρόνια έγγαμου βίου.
Παρότι είχε πλέον συνειδητοποιήσει πως ο γάμος δεν τού πήγαινε, έβαλε για μία ακόμη φορά, πέμπτη κατά σειρά, στεφάνι, με την πανέμορφη πρώην Μις Ελλάς, Κατερίνα Παπαδημητρίου με την οποία επίσης πήρε διαζύγιο λίγα χρόνια αργότερα. «Εγώ, είτε βαριόμουν, είτε θύμωνα, είτε με ενοχλούσαν, κι έφευγα» θα εξομολογηθεί αργότερα ο ίδιος.
Στα χρόνια που ακολούθησαν ο Ζάχος Χατζηφωτίου συνέχισε να ζει όπως πάντα ήθελε. Σαν ένας ώριμος πλέον μπον βιβέρ, που κινούνταν με περισσή άνεση στους κοσμικούς κύκλους, διασκέδαζε, έκανε γνωριμίες, και δεν εγκατέλειπε ποτέ την τέχνη του φλερτ. Κατά καιρούς τού είχαν χρεώσει διάφορες συντρόφους. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, πάντως εντελώς απενοχοποιημένος πια, αναπολώντας τις παλιές ένδοξες μέρες, έκανε αρκετές δημόσιες αναφορές σχετικά με τις προσωπικές του σχέσεις που σε κάποιες περιπτώσεις ήταν υπερβολικές και άκομψες και έρχονταν σε αντίθεση με όσα ο ίδιος είχε δηλώσει παλαιότερα: «Όλη μου τη ζωή επιδίωξα συνειδητά να είμαι ευγενής με τις γυναίκες, έχω άλλωστε πέντε γάμους στο ενεργητικό μου, πολλές φίλες, φιλενάδες, μία κόρη, εγγονές.»